Georgios Lordos

Παιδεία. Αξιοπρέπεια. Ανθεκτικότητα.

H αποστολή του Ιδρύματος έχει τις ρίζες της στην ζωή και αξίες του Γεώργιου και της Ανδριανής Λόρδου.

"«Να είσαι πάντα κύριος, σε όλα.»"

Το Ταξίδι του Δημιουργού

Ο Γεώργιος Λόρδος ήταν δημιουργός με την πραγματική έννοια της λέξης. Έκτισε μια οικογένεια, έκτισε σπίτια, ξενοδοχεία και βιομηχανίες, έκτισε εμπιστοσύνη, και όταν όλα καταστράφηκαν, τα έκτισε όλα ξανά από την αρχή.

Η Δίψα για Μάθηση

Δείγμα του γραφικού χαρακτήρα του Γεώργιου - αποκτήθηκε με θέληση.

1924

Η Δίψα για Μάθηση

Γεννημένος στη φτώχεια, στο χωριό Αυγόρου, ο Γεώργιος Λόρδος υπήρξε παιδί με οξύ νου και ανήσυχο πνεύμα. Το 1924, όμως, στην τρυφερή ηλικία των εννέα ετών, η εκπαίδευσή του διακόπηκε απότομα. Ο πατέρας του, αδυνατώντας να συντηρήσει την επταμελή οικογένεια, τον πήρε —μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό του— από το σχολείο για να εργαστούν στα χωράφια.

Ενώ τα μικρότερα αδέλφια του συνέχισαν τις σπουδές τους, σε εκείνον δόθηκε ένα φτυάρι. Από την ανατολή ως τη δύση, καθάριζε στάβλους, κοσκίνιζε άχυρο, αντλούσε νερό από τον λάκκο. Παρατηρούσε τα άλλα παιδιά να παίζουν και —ακόμη πιο επώδυνο— να μαθαίνουν.

Κι όμως, ο Γεώργιος δεν άφησε τη μοίρα να χαράξει τα όριά του. Τα βράδια, εξουθενωμένος από τον καθημερινό μόχθο, μαζί με τον αδελφό του έστησαν ένα μυστικό νυχτερινό σχολείο. Από τις λιγοστές τους αποταμιεύσεις πλήρωναν έναν δάσκαλο τρία σελίνια τον μήνα. Όταν αποφάσισε να μάθει αγγλικά, επέβαλε στον εαυτό του ένα ιδιότυπο πρόστιμο: κάθε λέξη που θα ξέφευγε στα ελληνικά κατά την εξάσκηση «στοίχιζε» ένα γρόσι. Δεν χρειάστηκε ποτέ να το πληρώσει.

"Πήρα την απόφαση να ξεφύγω από την μιζέρια που επικρατούσε τότε στην Κύπρο."

Η Αναχώρηση

Φεύγοντας από την Κύπρο με τίποτα παρά φιλοδοξία.

1934

Η Αναχώρηση

Στα δεκαοκτώ του, το χωριό είχε πάψει πια να χωρά τα όνειρά του. Είχε ακούσει ιστορίες για την Αμερική και το Λονδίνο — τόπους όπου ο άνθρωπος μπορούσε να προοδεύσει χάρη στην αξία του και όχι στην καταγωγή του. Ο πατέρας του προσπάθησε να τον αποτρέψει, προσφέροντάς του χρήματα για να μείνει. Ο Γεώργιος τα αρνήθηκε.

Με μόλις οκτώ λίρες στην τσέπη —όλες οι οικονομίες της μέχρι τότε ζωής του— αγόρασε, έναντι δώδεκα σελινιών, θέση στο πλοίο για τον Πειραιά. Και καθώς το καράβι απομακρυνόταν από την Αμμόχωστο, με την οικογένειά του στην προκυμαία να κλαίει, η Γιαγιά Ζησιμού τού φώναξε, ικετεύοντάς τον να βρει τον γιο της, τον Αντώνη Τσαγγαρίδη, που είχε χαθεί στους Βαλκανικούς Πολέμους. Ένα ακατόρθωτο αίτημα∙ ένα βάρος στους ώμους ενός αγοριού που έφευγε για το άγνωστο.

Δεν μπορούσε τότε να το φανταστεί, αλλά θα περνούσαν χρόνια πριν ξαναδεί την πατρίδα του. Ταξίδευε προς το Λονδίνο για να γίνει σερβιτόρος, φοιτητής — και, τελικά, πολίτης του κόσμου.

"Η αναχώρησίς μου έγινε το νέο του χωριού: «Ο Γιώρκος ο Λόρδος φεύγει για τα Πέρα», έτσι ονόμαζαν το εξωτερικό."

Οι Πρώτες Μέρες στο Λονδίνο

To Oddenino's Hotel & Restaurant, 54-62 Regent Street

Απρίλιος 1934

Οι Πρώτες Μέρες στο Λονδίνο

Με την άφιξη του στο Λονδίνο στο Victoria Station, στις 6 Απριλίου 1934, ο Γεώργιος ενοικίασε δωμάτιο στο Stephen St, W1 και άρχισε να ψάχνει για εργασία σαν σερβιτόρος. Στην αρχή δυσκολεύτηκε πολύ επειδή δεν είχα πείρα. Όπως διηγείται στην αυτοβιογραφία του, "Τελικά με πολλά βάσανα σχεδόν μίας εβδομάδας, βρήκα δουλειάν σε ένα ξενοδοχείο στο Πικατίλυ Σέρκους ονόματι Monico, με μισθό 17 σελίνια την εβδομάδα. Εργάσθηκα μόνο δέκα μέρες, αφού μία μέρα με φώναξε ο υπεύθυνος προσωπικού και μου είπε ότι παύομαι διότι δεν γνώριζα την εργασία, ενώ αρχικώς δήλωσα ότι εργάσθηκα αλλού και είχα κάποιαν πείραν. Η στεναχώρια μου και πάλι ήτο αφάνταστος."

"Από την επομένην άρχισα και πάλιν να αναζητώ εργασίαν και με έκπληξίν μου πρόσεξα ότι αυτή την φορά έβρισκα παραπάνω ενδιαφέρον άμα έλεγα ότι εργάστηκα προηγουμένως σε δύο μέρη, προ παντός στο Monico που ήτο ακουστό. Στις πρώτες δύο μέρες βρήκα δουλειά στο ξακουστό αριστοκρατικό Murray's Club, αλλά την δεύτερη μέρα με κάλεσε ο προσωπάρχης, ένας ηλικιωμένος Ιταλός, ο Colombo, και μου είπε ότι ήτο λάθος να πάρω εργασίαν σε αυτό το μέρος διότι δεν διέθετα τις σχετικές στοιχειώδεις γνώσεις αριστοκρατικού εστιατορίου, που διέθετε μπαλέττο∙ και επειδή εστεναχωρείτο να με διώξει, μου έδωσε μία ανοικτή σημείωση τύπου συστατικής επιστολής αποτεινόμενην σε κάποιον κύριο Marconi, προσωπάρχην στο Oddenino's Hotel, και τον παρακαλούσε να μου δώσει εργασίαν. Του εξηγούσε ότι δουλειάν δεν εγνώριζα, αλλά ήμουν πάρα πολύ εργατικός και πίστευε ότι σε διάστημα δεκαπέντε-είκοσι ημερών θα εξελισσόμουν σε έναν από τους καλύτερους βοηθούς τραπεζοκόμους."

"Η στεναχώρια μου και πάλι ήτο αφάνταστος."

Τρείς Κύπριοι στο Oddenino's

To Imperial Restaurant στο Oddenino's όπου εργαζόταν ο Γεώργιος από 1934-1935

1934-1935

Τρείς Κύπριοι στο Oddenino's

"Ήτο 9:00 π.μ. όταν πήγα στο Oddenino's Hotel. Ο θυρωρός, μόλις του είπα ότι θέλω τον κύριον Marconi έβαλε τις φωνές να φύγω και δεν έχουν δουλειάν να δώσουν σε ξένους, ότι υπάρχουν χιλιάδες Άγγλοι άνεργοι. Ευτυχώς εκείνην την στιγμή σταμάτησε το ασανσέρ και βγήκε από μέσα ένας αγαθότατος άνθρωπος, περίπου εξήντα ετών, λίγο κοντός, αρκετά παχουλός, του έβαλε τις φωνές να σταματήσει και ρώτησε τι συμβαίνει. Του έδωσα το γράμμα του φίλου του Colombo και με κάλεσε μαζί του στο εστιατόριο."

"Είδα μίαν πλουσιωτάτην αίθουσα στολισμένη με δέρματα και κεφαλές αγρίων θηρίων και δύο νέους άνδρες να ετοιμάζουν τραπέζια με πιάτα, ποτήρια, άνθη κλπ. Τους φώναξε και τους λέει: «Young men, this boy is going to work with you, he knows nothing about restaurants and service, but he is willing and will learn. I keep you responsible to teach him and if there is something that he cannot do, you must do it». Αμφότεροι απάντησαν «yes, sir» και άμα έφυγε ο Marconi ακούω έκπληκτος τον ένα να λέγει ελληνικά: «Βρωμοïταλοί, αν δεν ήτο βρωμοïταλός και να δω αν ενδιαφερόσασταν να φανείτε καλοί»."

"Αμέσως γυρίζει προς εμένα και μου λέγει αγγλικά: «What part of Italy you come from, young man?». Του απαντώ ελληνικά: «Από το Αυγόρου της επαρχίας Αμμοχώστου». Έμειναν και οι δύο με ανοικτό το στόμα. Ήτο Κύπριοι, ο ένας ήταν ο Αδάμος Γιακουμή από το Φλαμούδι, που μέχρι σήμερα είμεθα φίλοι. Τα παιδιά του, που έκαμε από τον γάμον του πολύ αργότερον, αγόρασαν αρκετά κτήματα από μας. Τότε που τον γνώρισα συζούσε με μίαν Ιταλίδα και είχε ένα μωρό, τον γνωστό μας George Adams ή κοινώς Gamack. Ο άλλος ήταν ο Δημήτρης Ζέμπασιης από το Παραλίμνι, του οποίου τα ίχνη έχασα από το 1935."

"Από το Αυγόρου της επαρχίας Αμμοχώστου."

Απογευματινά Μαθήματα στα Εμπορικά

Το Pulteney General Institute / Pulteney Schools στην Peter Street, W.1. Το κτίριο σήμερα στεγάζει το Westminster Kingsway College.

1934-1936

Απογευματινά Μαθήματα στα Εμπορικά

Όταν εξασφάλισε εισόδημα που να μπορεί να ζεί, ο Γεώργιος στράφηκε προς την μόρφωση. Όπως διηγείται, "Ο μισθός μου στο Oddenino's, αν και εβασίζετο σε μεγάλο μέρος στα ποσοστά, ήτο κάπου 35 σελίνια την βδομάδα και με τις πρώτες μέρες, ένεκα των δύο Κυπρίων, μου άρεσε∙ προ παντός όταν έμαθα ότι σε κανένα χρόνο ίσως θα μπορούσα να γίνω τραπεζοκόμος και ο μισθός θα άρχιζε από 50 σελίνια την βδομάδα. Απεφάσισα να ερευνήσω για καμιά νυχτερινή σχολή και να μείνω στο Λονδίνο να την βγάλω, προ παντός διά να αποδείξω του πατέρα μου ότι δεν ήμουν τόσον ανεύθυνος όσο με απεκάλεσε μία μέρα στον θυμό του.

Βρήκα ένα τέτοιο σχολείο που ευρίσκετο στο Peter str., W.1, μόλις πέντε λεπτά με τα πόδια από το ξενοδοχείον που εργαζόμουν. Ανήκε και εχρηματοδοτείτο από τον δήμον του Λονδίνου. Ονομάζετο L.C.C. Pulteney Institute. Γράφτηκα σε μίαν τάξη που παρέδιδε μαθήματα από τις 3:00 μ.μ. έως τις 6:00 μ.μ. καθημερινώς εκτός Σαββάτου και πήρα ως ειδικό θέμα τα εμπορικά. Τον Ιούνιον του 1936 πήρα το πιστοποιητικό The Faculty of Teachers in Commerce, το οποίο εθεωρείτο τότε ως καλή μόρφωσις και ήτο αρκετό προσόν για να εισαχθώ στο πανεπιστήμιο για ανωτέρας σπουδάς. Από την Σχολήν μού έγιναν αρκετές προτάσεις, αλλά η περίοδος διά νυκτερινά μαθήματα ήτο επτά έτη και το απέρριψα."

"Απεφάσισα να ερευνήσω για καμιά νυχτερινή σχολή και να μείνω στο Λονδίνο να την βγάλω."

Πόλεμος & Ανθεκτικότητα

Η Ανδριανή, η ήρεμη δύναμη στο πλευρό του.

1939-1945

Πόλεμος & Ανθεκτικότητα

Ο Γεώργιος επέστρεψε στην Κύπρο ως άλλος άνθρωπος. Άνοιξε το πρώτο του κατάστημα και παντρεύτηκε την Ανδριανή το 1939. Μα, πριν προλάβει η ζωή να αποκτήσει τον ρυθμό της, ξέσπασε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος. Η βρετανική αποικιακή διοίκηση επέβαλε αυστηρούς ελέγχους τιμών, αφήνοντας τους εμπόρους αντιμέτωπους με ένα σκληρό δίλημμα: μαύρη αγορά ή χρεοκοπία.

Ο Γεώργιος επέλεξε έναν τρίτο δρόμο — την προσαρμογή. Βλέποντας το εμπόριο να ασφυκτιά υπό τον αποκλεισμό, στράφηκε στη γεωργία. Αγόρασε φθηνή, υποτιμημένη γη στον Άγιο Λουκά και τον Άγιο Σέργιο, εκτάσεις που άλλοι θεωρούσαν άγονες. Δεν ήξερε τότε πως αυτό το χώμα θα γινόταν, μια μέρα, το θεμέλιο της μελλοντικής του περιουσίας.

Ο πόλεμος έφερε τον κίνδυνο κυριολεκτικά στην πόρτα τους. Το 1941, ιταλικά βομβαρδιστικά χτύπησαν το Βαρώσι. Τρέχοντας προς το σπίτι μέσα από τη σκόνη και τα θραύσματα των βομβών, ο Γεώργιος βρήκε τα παράθυρα σπασμένα και την πόρτα ορθάνοιχτη. Στην αυλή, καθισμένη ήρεμη μέσα στο χάος, η Ανδριανή κρατούσε στην αγκαλιά της το μωρό τους, τον Κωνσταντίνο. Τον είχε προστατεύσει από τον τρόμο. Ήταν η πρώτη γεύση της ατσάλινης δύναμης που θα στήριζε την οικογένεια σε όλη τους τη ζωή.

"Είδα την Ανδριανή στην αυλή να κρατά τον Κωνσταντίνο στην αγκαλιά και θαύμασα την ψυχραιμία της όταν μου είπε οτι λίγο έλειψε να θαφτούν ζωντανοί."

Κτίζοντας το Βαρώσι

Βαρώσι, η αγαπημένη πόλη.

1960s

Κτίζοντας το Βαρώσι

Μέχρι τη δεκαετία του 1960, ο Γεώργιος Λόρδος δεν ήταν πλέον απλώς έμπορος· είχε εξελιχθεί σε οραματιστή δημιουργό. Αντιλαμβανόταν το Βαρώσι όχι μόνο ως πόλη, αλλά ως μελλοντικό προορισμό διεθνούς ακτινοβολίας. Και άρχισε να χτίζει.

Ξεκίνησε με πολυκατοικίες — εξήντα τον αριθμό. Ύστερα ήρθαν τα ξενοδοχεία: το Golden Marianna, το Golden Plage, το Golden Palms, το Golden Stardust. Δεν τα δημιούργησε στηριζόμενος σε κληρονομικό πλούτο· τα δημιούργησε αξιοποιώντας την πίστωση που του παρείχαν. Και την έλαβε χάρη σε ένα απλό, αλλά ανεκτίμητο περιουσιακό στοιχείο: το όνομά του.

Οι τραπεζίτες γνώριζαν πως το όνομα «Λόρδος» σήμαινε ακεραιότητα. Εφάρμοζε απαρέγκλιτα έναν κανόνα: κάθε τιμολόγιο εξοφλείται έως τις 20 του μηνός. Καμία επιστολή δεν μένει αναπάντητη. Σε μια εποχή όπου οι συμφωνίες κλείνονταν με χειραψία, ο λόγος του ισοδυναμούσε με συμβόλαιο. Το παρατσούκλι «Λόρδος», που είχε δοθεί κάποτε στον πατέρα του επειδή ήταν «χουβαρντάς», απέκτησε νέο κύρος: συμβόλιζε έναν άνθρωπο που ενεργούσε με την τιμή και την ευθύνη ενός αληθινού λόρδου.

"Κάποιος εξεφράσθη ότι ο Λόρδος, όσα και να έχασε από την εισβολή, το όνομα που δημιούργησε τα τελευταία σαράντα χρόνια αξίζει περισσότερο."

Το Σιδερένιο Κιβώτιο

Το Golden Marianna - ασφαλισμένο και εγκαταλελειμμένο.

1974

Το Σιδερένιο Κιβώτιο

14 Αυγούστου 1974. Οι σειρήνες ούρλιαξαν ξανά, μόνο που αυτή τη φορά δεν ήταν άσκηση. Η τουρκική εισβολή είχε φτάσει στο Βαρώσι. Καθώς ο κόσμος πανικοβαλλόταν και εγκατέλειπε την πόλη, ο Γεώργιος Λόρδος οδηγούσε αντίθετα στο ρεύμα των προσφύγων.

Κατευθύνθηκε προς τα ξενοδοχεία του. Το προσωπικό είχε φύγει. Οι πόρτες ήταν ορθάνοιχτες. Μόνος, με τα βομβαρδιστικά να πετούν από πάνω, πέρασε δωμάτιο το δωμάτιο, κλείνοντας βαλβίδες, ασφαλίζοντας πόρτες, προστατεύοντας ό,τι είχε χτίσει μια ολόκληρη ζωή. Ήταν μια μάταιη, αλλά βαθιά ηρωική πράξη ευθύνης.

Έφυγε τελικά με την οικογένειά του — παιδιά, συμπεθέρους, εγγόνια, συνολικά δεκαοκτώ άτομα — κοιμώμενοι σε αυτοκίνητα στα χωράφια της Ξυλοφάγου. Δεν πήρε τίποτε άλλο μαζί του εκτός από ένα σιδερένιο κιβώτιο που περιείχε περίπου 15.000 λίρες. Δεν ήταν περιουσία μπροστά στα χαμένα — δεκαπέντε εκατομμύρια λίρες σε αξίες του 1974 — αλλά ήταν ο σπόρος για μια νέα αρχή.

Συγκέντρωσε την οικογένεια και τους είπε:

«Χάσαμε τα κτίριά μας. Δεν χάσαμε τα χέρια μας ούτε το μυαλό μας.»

"Χάσαμε τα κτίριά μας. Δεν χάσαμε τα χέρια μας ούτε το μυαλό μας."

Αναγέννηση στην Προσφυγιά

Οικογενειακή αναγέννηση και θαλπωρή τον πρώτο χρόνο της προσφυγιάς στη Λεμεσό.

1974-1975

Αναγέννηση στην Προσφυγιά

"Εγώ έμενα τότε μόνος εις Κύπρον διότι η σύζυγός μου, που υπέφερε πιο πολύ από όλους από την κατάσταση, είχε πάει με τον Ντίνο και την οικογένειά του στο Λονδίνο. Θυμάμαι ότι ολόκληρα βράδια δεν κοιμόμουν."

"Μεγάλη εντύπωση μου έκανε η εξής υπόθεση ως μου την είπε η Ανδριανή: Μία μέρα, αρχές που πήγαν στο Λονδίνο περί το τέλος του 1974, ένα πρωί ο Ντίνος και η Μαριάννα, η σύζυγός του, έλειπαν από το σπίτι και κτύπησε η πόρτα. Ήτο κάποιος Άγγλος πολύ φίλος μας, ο John Howard, και βαστούσε ένα φάκελο μεγάλο χακκί κλειστόν, που έγραφε απ' έξω Mr. Constantinos G. Lordos."

"Ρώτησε την Ανδριανή, που την γνώριζε πολύ καλά όπως όλους στην οικογένεια, εάν ο Ντίνος είναι μέσα και του είπε ότι λείπει∙ και της άφησε τον φάκελο να του τον δώσει όταν έλθει. Αργότερα όταν ο Ντίνος ήλθε, άνοιξε τον φάκελο και βρήκε μέσα £20,000 με μία σημείωση που έγραφε «Ntino, I know how capable you all are, if you make money soon as I hope, you may return this money, other wise forget it»."

"Αυτή η χειρονομία φυσικά συγκίνησε όλους και ειδικώς εμένα, που δάκρυσα, και είπα έτσι φίλους αξίζει τον κόπο να έχει κανείς. Φυσικά τα χρήματα του κ. Howard τού επεστράφησαν τον επόμενο χρόνο περίπου."

"Έτσι φίλους αξίζει τον κόπο να έχει κανείς."

Ξεκινώντας Πάλι από την Αρχή

Μια νέα αρχή μετά την καταστροφή της εισβολής.

1975

Ξεκινώντας Πάλι από την Αρχή

"Ξεκινήσαμε να κτίζουμε την πρώτη μεταπολεμική μας πολυκατοικία, το Seacourt στη Λάρνακα, σε ένα υπόλοιπο οικοπέδου που μας είχε απομείνει κοντά στο λιμάνι. Σχεδιάσαμε είκοσι δύο διαμερίσματα με τιμές γύρω στις £4,000, προσπαθώντας να κάνουμε μια νέα αρχή μέσα στα ερείπια της εισβολής."

"Πήγα αμέσως στο Λονδίνο για να βρω αγοραστές. Τηλεφωνούσα καθημερινά σε Κύπριους της παροικίας. Οι περισσότεροι ήταν διστακτικοί, δεν ήξεραν τη Λάρνακα και ήθελαν να περιμένουν το καλοκαίρι για να δουν τον τόπο πριν αποφασίσουν."

"Τελικά, βρέθηκαν άνθρωποι που υπέγραψαν και έδωσαν προκαταβολή, βασιζόμενοι αποκλειστικά και μόνο στην εμπιστοσύνη που μου είχαν. Παλιοί φίλοι μου τόνισαν ότι τους αρκούσε η υπόσχεσή μου πως το κτίριο θα παραδιδόταν σε 15 μήνες και η ποιότητα θα ήταν αυτή που εγγυόμουν."

"Έτσι αρχίσαμε όλοι να ασχολούμεθα και άρχισε να μας φεύγει το άγχος διότι δεν είχαμε χρόνο να σκεφτόμεθα."

Μια Κληρονομιά Αξιοπρέπειας

Μια ζωή καθορισμένη από αξιοπρέπεια.

1984

Μια Κληρονομιά Αξιοπρέπειας

Ως τη δεκαετία του 1980, η ανάκαμψη είχε πλέον συντελεστεί. Νέα ξενοδοχεία υψώθηκαν στη Λάρνακα — το Lordos Beach και το Golden Bay. Όμως η εστίαση του Γεώργιου είχε αλλάξει. Θυμόταν τον πόνο της δικής του διακοπείσας εκπαίδευσης. Θυμόταν τη φτώχεια του Αυγόρου.

Μαζί με την Ανδριανή ίδρυσε το Ίδρυμα. Δεν αρκούνταν στο να υπογράφουν επιταγές· αναζητούσαν νέους με τη σπίθα που έκαιγε μέσα του από το 1924 μέχρι το 1934, αλλά χωρίς τους πόρους για να προχωρήσουν. Παράλληλα, άρχισε να γράφει επιστολές σε παγκόσμιους ηγέτες — Θάτσερ, Κίσινγκερ, Κένεντι — όχι ζητώντας χρήματα, αλλά απαιτώντας δικαιοσύνη για την Κύπρο.

Όταν το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Αμμοχώστου τού απένειμε βραβείο το 1984, η τιμή δεν αφορούσε μόνο την επιχειρηματική του επιτυχία. Ήταν αναγνώριση του ότι ένας πρόσφυγας μπορούσε, παρά την απώλεια και τον ξεριζωμό, να σταθεί ξανά όρθιος.

"Και μέχρι την τελευταία του μέρα, έζησε πιστός στην αρχή του: «Να είσαι πάντα κύριος, σε όλα.»"